Παράδοση και Έθιμα

Το Πανηγύρι της Ζωοδόχου Πηγής (Μονή Κλιβάνου)
Κατά το έθιμο αυτό, που κρατήθηκε ζωντανό μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 70, την παραμονή της γιορτής της Ζωοδόχου Πηγής, όλα τα μαγαζιά του χωριού, μαζί με τους κατοίκους, κατέβαιναν στη Μονή Κλιβάνου και έστηναν ένα από τα μεγαλύτερα πανηγύρια της περιοχής. Η προσέλευση του κόσμου ήταν μεγάλη και στήνονταν στη σειρά αμέτρητες σούβλες με αρνιά για όλους τους παριστάμενους. Το βράδυ, ο κόσμος έστρωνε βελέντζες στο χορτάρι και κοιμόταν στην ύπαιθρο, για να ξυπνήσει την επόμενη μέρα και να παρακολουθήσει τη θεία λειτουργία.

Το Διασφέτι (Έθιμο των Φώτων)
Την παραμονή των Φώτων, οι νέοι του χωριού τραγουδούσαν τα κάλαντα από σπίτι σε σπίτι και ελάμβαναν διάφορα κεράσματα (κρέατα, σούπες, κλπ), και στη συνέχεια μαζεύονταν όλοι σε ένα σπίτι για ολονύκτιο γλέντι όπου κατανάλωναν τα κεράσματα που είχαν συγκεντρώσει.
Τα Κάλαντα που λέγονταν στο Διασφέτι
«Ας τον καλησπερίσουμε και τούτο τον νοικοκύρη
που είναι ένας άρχοντας μέσα απ’ το Μισίρι
Καλήν εσπέραν άρχοντες, αν είναι ο ορισμός σας
Χριστού τη θεία βάπτιση να μπώ στ’ αρχοντικό σας
Απόψε Χριστός βαπτίζεται μέσα στον Ιορδάνη
Και έχει θείο βαπτιστή, τον θείο Ιωάννη.
Όταν τον επροσκάλεσε δια να τον βαπτίσει
ο Ιωάννης άρχισε να τρέμει και ν’ αφρίζει
«Πώς μπορώ Ιησού απάνω σου ν’ απλώσω
και απάνω στο κεφάλι σου βάπτισμα να σού δώσω;»
Τότε τού λέει ο Ιησούς τους λόγους του ν’ αφήσει
και να τον πιάσει απ’ τα μαλλιά και να τονε βαπτίσει.
Τότε ευθύς ο ποταμός εις δύο εμοιράσθη
και όπου πήγε ο Χριστός, Θεός επωνομάσθη.
Απόψε όλα τα νερά είναι αγιασμένα
γιατί βαπτίζει ο Χριστός κι είναι καθαρισμένα.
…
Για βάντο το χεράκι σου στην αργυρή σου τσέπη
κι αν έχεις γρόσια δς μας τα, φλοριά μην τα λυπάσαι
Κι αν εχεις και πεντόλιρα, δώσ’ τα στα παλικάρια.
Κι αν έχεις γιο στην ξενιτειά, ο Θεός να στο χαρίσει
να κάνεις γάμους και χαρές, ξεφαντωσές μεγάλες.
Κι αν έχεις κόρη για παντρειά, κορίτσι προκομμένο,
γρήγορα θα σού φερουμε γαμπρό καμαρωμένο (ή… σαμαρωμένο!)»
Ευχαριστούμε την Ελένη Σκούρα που μάς το μετέφερε έτσι όπως το άκουσε από τον Ευάγγελο Μούντριχα (γνωστό και ως «ψιλικατζή»).